Δευτέρα 16 Ιουλίου 2012

Το περίπτερο έχει τη δική του ιστορία


15/7/2012

Το μικρό κατάστημα μεταλλάσσεται αντανακλώντας τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες κάθε εποχής

Από τις κοσμοπολίτικες πλατείες της πρωτεύουσας μέχρι τις γειτονιές και τα χωριά μας, υπάρχει ένα στοιχείο της συλλογικής μνήμης που μας καλεί να χαζέψουμε τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, να ξεδιψάσουμε με ένα δροσερό νεράκι ή να πάρουμε στα παιδιά καραμέλες και παγωτά. Είναι το περίπτερο, που φέτος διανύει τον πρώτο χρόνο του δεύτερου αιώνα της ζωής του κουβαλώντας σπουδαίες αναμνήσεις και με την ευχή σε 100 χρόνια από σήμερα να γιορτάζει ακόμη έναν αιώνα ζωής.

Το πρώτο περίπτερο που στήθηκε στην οδό Πανεπιστημίου το φθινόπωρο του 1911 είναι κι ένα από τα πιο ξακουστά περίπτερα της χώρας. Δεν είναι όμως αυτή του η πρωτιά που το κάνει διάσημο, αλλά το γεγονός ότι το «κατάπιε» ο μετροπόντικας τον Οκτώβριο του 1997. Η «γέννηση» του θεσμού, που είναι μοναδικός στον κόσμο, στηρίχθηκε σε δύο άξονες. Από τη μια ήταν η ανάγκη για αποκατάσταση των αναπήρων και των θυμάτων πολέμου και από την άλλη ο έλεγχος του καπνικού εμπορίου που απέφερε στο κράτος πολύ υψηλά έσοδα. Ως σήμερα το περίπτερο μεταλλάσσεται ανακλώντας τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες κάθε εποχής. Δεν παύει όμως να αποτελεί τον ναό του λιανοπωλητή, όπως εξάλλου μαρτυρά και η ονομασία του που προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη «περίπτερος», δηλαδή ναός περιβαλλόμενος από σειρά κιόνων.

Στον καιρό της κρίσης
Τα περίπτερα σήμερα ανέρχονται περίπου στις 10.000 σε όλη την Ελλάδα, με τις 3.500 από αυτά να βρίσκονται στην Αττική και 1.300 στον Δήμο της Αθήνας. Η βαριά φορολογία που έχει επιβληθεί στα καπνικά προϊόντα απομείωσε τα κέρδη του περιπτέρου περίπου στο μισό, σύμφωνα με τον κ. Θεόδωρο Μάλλιο, πρόεδρο της Ένωσης Περιπτερούχων τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης.
Σήμερα, η συντριπτική πλειονότητα των περιπτερούχων είναι ενοικιαστές κι όχι δικαιούχοι. Η οικονομική δυσπραγία έχει «διώξει» από τα περίπτερα περίπου τους μισούς περιπτεράδες που δραστηριοποιούνταν πριν από το 2010 κι έχει ωθήσει άλλους να δοκιμάσουν την τύχη τους νοικιάζοντας ένα περίπτερο.
Τα χρόνια της επαγγελματικής κατοχύρωσης ενός ενοικιαστή/ περιπτερούχου είναι σήμερα επτά. «Αν και είμαστε καθ' όλα εμπορική δραστηριότητα, ανήκουμε σε διαφορετικό καθεστώς το οποίο επιτρέπει να γινόμαστε έρμαια στις διαθέσεις πολλών, ακόμη και των πολιτικών» τονίζει ο κ. Μάλλιος. Η άρση αυτής της ανασφάλειας και μια αναδιάρθρωση στη φορολογία των καπνικών θα μπορούσε, σύμφωνα με τον πρόεδρο, να δώσει μια ανάσα στους δοκιμαζόμενους περιπτεράδες.

Το παρόν και το μέλλον
«Στη διάρκεια της ιστορίας το περίπτερο έχει δείξει μια μοναδική ικανότητα να προσαρμόζεται στην αλλαγή των καταναλωτικών συνηθειών. Έχουμε το παράδειγμα του εξωτερικού, όπου πουλάνε ήπια τραπεζικά προϊόντα, χρησιμοποιούν κάρτες πληρωμής, εξοφλούν λογαριασμούς» επισημαίνει ο κ. Νίκος Αγγουριδάκης, διευθυντής του δικτύου kiosky's. Ενα περίπτερο σύγχρονο, βιώσιμο, που θα ανταποκρίνεται στις νέες ανάγκες δίχως να χάσει την ταυτότητά του είναι το ζητούμενο του δικτύου kiosky's, το οποίο αποτελεί μια πρωτοβουλία ορισμένων περιπτερούχων που βλέποντας το περιβάλλον να αλλάζει θέλησαν να βρεθούν μπροστά από τις εξελίξεις.«Το δίκτυό μας περιλαμβάνει 275 περίπτερα στην Αττική, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είμαστε ανταγωνιστικοί προς τους υπόλοιπους περιπτερούχους» τονίζει ο κ. Αγγουριδάκης. Με το λεύκωμα «Ενας αιώνας και ένας χρόνος περίπτερο» η kiosky's, η Ένωση Περιπτερούχων και ο Δήμος Αθηναίων μάς υπόσχονται ότι το περίπτερο θα συντροφεύει την καθημερινότητά μας για πολλά χρόνια ακόμα.

Η άποψη δύο αρχιτεκτόνων
Σημείο αναφοράς και αναμνήσεων

«Τα περίπτερα είναι ένα φαινόμενο μοναδικό. Χαρίζουν ζωντάνια στην πόλη και είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με την αισθητική του δημόσιου χώρου. Μπορούν μέσα από σωστό σχεδιασμό να συμβάλουν στην αναζωογόνηση του κέντρου της Αθήνας» λέει ο κ. Ιωάννης Πολύζος, καθηγητής της Σχολής Αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ. Φέρνει ως παράδειγμα την ανάπλαση της οδού Πανεπιστημίου, την οποία η αρμονική ένταξη των περιπτέρων μπορεί να διατηρήσει δραστήρια όλο το 24ωρο.
Για τον καθένα από εμάς αποτελούν ένα σημείο αναφοράς, ανάμνησης και προσανατολισμού, ακόμη και σημείο στάσης σε μια καθημερινή διαδρομή, όπως εξηγεί η κυρία Αριάδνη Βοζάνη, επίκουρη καθηγήτρια της Σχολής Αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ. «Εχω και η ίδια το αγαπημένο μου περίπτερο, στο οποίο σταματώ κάθε μέρα και συναντώ ένα ευχάριστο κι ευγενικό πρόσωπο» συμπληρώνει, χαρακτηρίζοντάς τα «πολύτιμα στοιχεία του αστικού ιστού».
Ένας νέος τύπος περιπτέρου, αρμονικά ενταγμένος στον δημόσιο χώρο, θα πρέπει να έχει συγκεκριμένες και ελεγχόμενες προδιαγραφές, που δεν θα επιτρέπουν τις αυθαιρεσίες. Μπορεί η απαίτηση του παλαιού δημάρχου Αθηναίων Γεώργιου Πλυτά να μη βγαίνει έξω ούτε σκαμνάκι να ήταν υπερβολική, αλλά και η ανεξέλεγκτη επέκταση των περιπτέρων αλλοιώνει την αισθητική της πόλης.
«Θα πρέπει επίσης να καθοριστεί ο χώρος όπου μπορεί να εγκατασταθεί ένα περίπτερο. Δεν είναι δυνατόν να βρίσκεται επάνω σε γωνία, εμποδίζοντας την ασφαλή κίνηση των οχημάτων» τονίζει η κυρία Βοζάνη.

«Δένεσαι με όλα τα στρώματα της κοινωνίας»
Δύο περιπτεράδες ζωντανεύουν μνήμες από τη νεότερη ιστορία και καταθέτουν τις προσωπικές τους μαρτυρίες

Ο Παναγιώτης Γλεντζής με πάνω από μισό αιώνα σε ένα... τετραγωνικό και ο Γιάννης Πλακόπουλος που δηλώνει περιπτεράς από τα τέσσερά του ζωντανεύουν μνήμες από τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας και από τα «πέτρινα χρόνια» και «ξεσκονίζουν» προσωπικές ρομαντικές ιστορίες. Κλείνοντας σχεδόν 60 χρόνια μέσα στο περίπτερο, ο κ. Παναγιώτης Γλεντζής συνεχίζει ως σήμερα να κάνει την πρωινή του βάρδια επτά ημέρες την εβδομάδα στο περίπτερο που διατηρεί στο Μοναστηράκι.

«Ολα χωράνε στο περίπτερο, αρκεί να ξέρεις πώς να τα τακτοποιήσεις» λέει. Κάνει όλες του τις πράξεις χωρίς κομπιουτεράκι, θυμάται τις τιμές απέξω κι επιμένει να κρατάει ακόμα τα τιμολόγια της επιχείρησης ο ίδιος. Εξυπηρετεί τους πελάτες του με χαμόγελο και με μεγάλη προθυμία, ανταποκρίνεται σε τουρίστες και περαστικούς που ζητούν τη βοήθειά του.

«Εμείς οι γνήσιοι περιπτεράδες, οι παλιοί, έχουμε τη συνήθεια να δίνουμε πληροφορίες – όπως και είμαστε εξάλλου υποχρεωμένοι, ιδίως στις μεγάλες πόλεις. Στην καριέρα μου έχω περάσει από τρεις πλατείες: Κάνιγγος, Ομονοίας και τώρα στο Μοναστηράκι. Ξέρω πού βρίσκεται το καθετί. Δουλειά μου είναι να καθοδηγώ κάθε άνθρωπο που θέλει τη βοήθειά μου» επισημαίνει στο «Βήμα».

«Ο Τάκης ο περιπτεράς», όπως τον αποκαλούν οι γείτονες και οι πελάτες του, μεγάλωσε και έζησε τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας μέσα στο περίπτερο. Έφτασε στην Αθήνα το 1954 σε ηλικία 12 ετών και ξεκίνησε στην πλατεία Κάνιγγος ως μικρός υπάλληλος, μένοντας με την οικογένεια του αφεντικού του.

Ο άγραφος νόμος της εποχής επέβαλλε να φοράει στο περίπτερο κοστούμι και γραβάτα για να είναι ευπρεπής και περιποιημένος. «Ο περιπτεράς δένεται με όλα τα στρώματα της κοινωνίας» τονίζει. Ακριβά αυτοκίνητα σταματούσαν για να πάρουν οι κύριοι τα τσιγάρα τους, στρατιώτες που προμηθεύονταν τα ξυραφάκια τους, φοιτητές που πήγαιναν στα πολλά φροντιστήρια της πλατείας.

Οι πελάτες έβρισκαν στο περίπτερο ό,τι ήθελαν, όλες τις ώρες και σε προσιτές τιμές. Εφημερίδες, τσιγάρα, ξυραφάκια, οδοντόκρεμες Κολυνός, Σμαλτοδόντ και Σαλοζίν, ζώνες, πινέλα, κολόνιες Μενούνος σε διάφορα μεγέθη. Οταν άρχισαν να ζητούν πορτοκαλάδα Φρουτάλ, ο μικρός περιπτεράς έπεισε το αφεντικό του να βάλει ξύλινο ψυγείο με πάγο, το οποίο ο παγοπώλης γέμιζε τρεις φορές την ημέρα.

Το τηλέφωνο του περιπτέρου εξυπηρετούσε όλη τη γειτονιά και έμελλε να γίνει και αφορμή για να γνωρίσει τη σύζυγό του, καθώς εκείνη συνόδευε μια φίλη της κι εκείνος πρόλαβε να γράψει στο χαρτάκι μιας τσίχλας το τηλέφωνό του και να της το δώσει. Σήμερα, τα παιδιά τους συνεχίζουν την οικογενειακή παράδοση κι εκείνος στέκεται δίπλα τους στην προσπάθεια εκσυγχρονισμού της επιχείρησης.

«Η σημερινή δύσκολη κατάσταση θα ξεπεραστεί μόνο με αγώνα και πειθαρχία. Ο σωστός έμπορος βρίσκει τον τρόπο μέσα στις δυσκολίες να ελίσσεται. Το περίπτερο, όπως και το εμπόριο, δεν τελειώνει ποτέ» λέει ο κ. Γλεντζής.

«Στο δημοτικό έκανα την πρώτη βάρδια»

Ο πατέρας τού κ. Γιάννη Πλακόπουλου, περιπτερούχου δεύτερης γενιάς, όταν έφτασε από την Κωνσταντινούπολη το 1964 ψάχνοντας δουλειά έπεσε πάνω σε ένα περίπτερο στην Ομόνοια, του οποίου ενοικιαζόταν η μία από τις τέσσερις προσόψεις. Εκεί έβγαζε το μεροκάματο πουλώντας φομπιζού και σιγά-σιγά απέκτησε ολόκληρο το περίπτερο, στο οποίο ο γιος του μπήκε πρώτη φορά στα τέσσερά του χρόνια.

«Την πρώτη μου βάρδια την έκανα στην Γ’ δημοτικού και ήμουν πολύ χαρούμενος γιατί μπορούσα να τρώω κρυφά σοκολάτες, ενώ ο πατέρας μου μού έλεγε “Μην τα πειράζεις αυτά. Είναι η σερμαγιά του περιπτέρου”» εξιστορεί στο «Βήμα» ο κ. Πλακόπουλος, υπολογίζοντας ότι την εποχή εκείνη το περίπτερο έκανε είσπραξη 200 - 300 δραχμές την ημέρα.

Από τότε, η ζωή στο περίπτερο κύλησε χτυπώντας στους παλμούς της πόλης. Κάθε εποχή έφερε στις προθήκες των περιπτέρων νέα προϊόντα και άφησε πίσω άλλα. «Ενώ στην αρχή της καριέρας μου πουλούσα σαμπουάν, καλλυντικά και ξυραφάκια, με την είσοδο των σουπερμάρκετ αυτά τα χάσαμε» εξηγεί.

Με τον καιρό το κενό κάλυψαν τα προϊόντα υγειονομικού ενδιαφέροντος, τα είδη ψυγείου, οι κάρτες κινητής τηλεφωνίας.

Η πτώση της χούντας έδωσε μεγάλη ώθηση στον Τύπο. «Τα περίπτερά μας γέμισαν χρώματα και ζωντάνια.

Αυτό που μου έκανε περισσότερο εντύπωση τότε, ήταν που ενώ είχα συνηθίσει στη δικτατορία όλες οι εφημερίδες να έχουν ίδιο τίτλο, μετά η καθεμία μία είχε τον δικό της» θυμάται.

Ο θρίαμβος του Ευρωμπάσκετ το ‘87 έβγαλε τους Έλληνες ενθουσιασμένους στους δρόμους, «τότε ο προμηθευτής μας ήταν συνεχώς σε ετοιμότητα και μας έφερνε τσιγάρα για να εξυπηρετήσουμε όλον αυτόν τον κόσμο» όπως λέει ο κ. Πλακόπουλος.

Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου